Γράφει ο Χρίστος Π. Γαληρόπουλος MSc Φιλόλογος Α.Π.Θ
Είναι γνωστό ότι πολλές επαναστάσεις ενάντια στην οθωμανική κυριαρχία είχαν λάβει χώρα στον ελληνικό γεωγραφικό χώρο πριν από την μεγάλη επανάσταση του 1821. Ήταν η μόνη που οργανώθηκε προσεκτικά, στον απόηχο των μεγάλων γεγονότων που συγκλόνισαν την Ευρώπη, Γαλλική Επανάσταση του 1789, Ναπολεόντιοι πόλεμοι, αλλά και τον κόσμο, Αμερικανική επανάσταση του 1776.
Όταν εκδηλώθηκε η ελληνική επανάσταση, έξι, μόλις χρόνια έπειτα από την ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλό και την συμφωνία στο συνέδριο της Βιέννης το 1815 για την καθιέρωση ως υπέρτατου νόμου των εθνών της αρχής της νομιμότητας, κάθε φιλελεύθερο κίνημα θεωρούνταν όχι μόνο ανεπιθύμητο αλλά και καθ’ολοκληρίαν εχθρικό. Η Αγγλία ήταν οπαδός της αταλάντευτης συνέχειας και ακεραιότητας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, αφού έτσι θα εμποδίζονταν οι Ρώσοι να διέλθουν από τα στενά του Ελλησπόντου προς τη Μεσόγειο θάλασσα. Επιπλέον η Οθωμανική αυτοκρατορία προσέφερε στους Άγγλους τη δυνατότητα ανοιχτής οικονομικής πρόσβασης σε ολόκληρη την εγγύς και μέση ανατολή, κάτι που ,σαφώς, ένα ανεξάρτητο Ελληνικό κράτος που θα στηριζόταν στη ναυτική του παράδοση , θα περιόριζε και θα έθετε εν κινδύνω.
Η Γαλλία προσκολλημένη και αυτή στις αρχές της νομιμότητας του συνεδρίου της Βιέννης έβλεπε θετικά την αρραγή ύπαρξη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, κυρίως ως μέσο ανάσχεσης της καθόδου της Ρωσίας στη Μεσόγειο.
Η Ρωσία παρόλες τις εχθρικές διαθέσεις που έτρεφε προς τους Οθωμανούς, δεν επιθυμούσε να συμβάλλει στη δημιουργία ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους από το φόβο μήπως προκληθεί διάσπαση της αυτοκρατορίας και οι αγγλογάλλοι προωθηθούν στα νότια της Ρωσίας.
Μέσα σ΄ ένα τόσο δυσμενές διεθνές περιβάλλον ξεκίνησε ο ελληνικός ένοπλος αγώνας για την απελευθέρωση. Κάθε παρόμοια κίνηση στην υπόλοιπη Ευρώπη που ήταν έτοιμη να εκδηλωθεί καταπνιγόταν στο όνομα της νομιμότητας, της ασφάλειας των υπηκόων που εξέφραζε με τον καλύτερο τρόπο η ελέω θεού μοναρχία. Ωστόσο, όπως ήδη έχει αναφερθεί υπήρξε ευτυχής συγκυρία η παρουσία στα πολιτικά πράγματα της Ευρώπης του Ιωάννη Καποδίστρια.
Στη διάρκεια του Συνεδρίου της Βιέννης, ο Ιωάννης Καποδίστριας εξελίχθηκε σε Α’ διπλωματικό σύμβουλο του Τσάρου και τέλος, σε Υπουργό επί των Εξωτερικών. Ο τυπικός διορισμός του εκδόθηκε το 1815. Εκεί ο Καποδίστριας συναντήθηκε με όλους τους επιφανείς Έλληνες λόγιους που συρρέουν εκεί . Στη Βιέννη, εκεί που γεννήθηκε το κίνημα του Ρήγα, πήρε σάρκα και οστά το όραμα της ελευθερίας των Ελλήνων. Η πνευματική αναγέννηση του έθνους υπήρξε ο στόχος των λόγιων της εποχής και απαραίτητη προϋπόθεση για την πολιτική απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό.
Ο Ι. Καποδίστριας κατάφερε να αξιοποιήσει τον έκδηλο ανταγωνισμό των Ευρωπαϊκών δυνάμεων προς όφελος του ζητήματος της ελληνικής ελευθερίας. Γνώριζε πολύ καλά, κάτι που ίσως μας διαφεύγει εν μέρει σήμερα, ότι στο διπλωματικό πεδίο δε χωρούν συναισθηματισμοί και φιλίες. Η λογική της διαχείρισης ή διεύρυνσης των συμφερόντων πρωτεύει. Γι’ αυτό και προχώρησε με σταθερά διπλωματικά βήματα θέτοντας κάθε φορά και ένα νέο αίτημα ερεθίζοντας πότε την τάση για επέκταση στη μεσόγειο της Ρωσίας και πότε ξυπνώντας τα αντιρωσικά ένστικτα φοβισμού της Αγγλίας.
Ο ελληνικός ένοπλος αγώνας κατέδειξε ότι οι Έλληνες καταδυναστευόταν από βαρβάρους και ο αγώνας τους δεν ήταν τρομοκρατικός ή κοινωνικοανατρεπτικός αλλά εθνικοαπελευθερωτικός. Με κατάλληλους διπλωματικούς ελιγμούς ο Ι. Καποδίστριας κατάφερε αξιοποιώντας τα φοβικά αισθήματα και αντανακλαστικά των Ευρωπαίων να προωθήσει την Ελληνική υπόθεση σε σημείο που ούτε οι ίδιοι οι επαναστάτες είχαν οραματιστεί. Την ανεξαρτησία. Ο Καποδίστριας ανέλαβε Κυβερνήτης του μικρού Κράτους που δημιουργήθηκε, σαφώς μικρότερο των προσδοκιών των αγωνιστών και αντιστρόφως ανάλογο των θυσιών που είχε καταβάλει το ελληνικό έθνος . Η πρώτη χώρα που αναγνώρισε επίσημα την επανάσταση των Ελλήνων και τη διεκδίκηση της ελευθερίας τους, ήταν η Αϊτή, που τότε ονομαζόταν στα ελληνικά Χαΐτιον. Οι εθελοντές που στάλθηκαν για να αγωνιστούν στο πλευρό των Ελλήνων, πέθαναν στο ταξίδι.
ο εθνικός ποιητής Διονύσιος Σολωμός ανταποκρίθηκε στα αιτήματα του χρόνου και επηρέασε συναισθηματικά και πνευματικά τους συμπατριώτες του, πυροδοτώντας το συναίσθημα του πατριωτισμού και ενθαρρύνοντας τις αγωνιστικές τους προσπάθειες για το εθνικό συμφέρον.
Ο «Ύμνος Εις την ελευθερίαν», ο Εθνικός Ύμνος των Ελλήνων, που μελωποιήθηκε από τον Νικόλαο Μάντζαρο απευθύνεται στη θεϊκή προσωποποιημένη Ελευθερία, η οποία, παρά τη μακραίωνη απουσία της, είναι οικεία στον ποιητή. Την αναγνωρίζει απ’ την πρώτη στιγμή απ’ το κοφτερό της σπαθί, που σκορπίζει ολόγυρα τον τρόμο και το θάνατο στους εχθρούς∙ την αναγνωρίζει κι απ’ το βλέμμα της, απ’ τη ματιά της που με βιασύνη αναμετράει τη γη, την όποια ήρθε για ν’ απαλλάξει απ’ τα δεσμά της δουλείας.
Η Ελευθερία αποτυπώθηκε με νεανική ορμή ως μορφή ποιητική, αλληγορική, αστραφτερή και γνώριμη στα μάτια του αναγνώστη και του ποιητή. Στο προοίμιο του «Ύμνου εις την Ελευθερία» παρουσιάζονται τα περασμένα βάσανα της σκλαβιάς και καταγράφονται τα κατορθώματα της Ελλάδας.
Για τον Σολωμό η Ελευθερία σημαίνει πολιτική και εθνική ανεξαρτησία. Είναι η ελευθερία ενός λαού, των Ελλήνων, ταυτόχρονα όμως είναι και η ελευθερία όλων των άλλων λαών που αγωνίστηκαν για την εθνική τους ανεξαρτησία. ο «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» μαζί με τους «Ελεύθερους πολιορκημένους» αποτέλεσαν έργα σταθμούς στην ποίηση του, όχι μόνο γιατί μεταφράστηκαν σε πολλές ξένες γλώσσες αλλά γιατί ενίσχυσαν το κίνημα του φιλελληνισμού και ενέπνευσαν κάθε υποταγμένο σε όλη τη γη.
Ο ποιητής μέσα σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο ανέλαβε να ενθουσιάσει, να νουθετήσει τον λαό, να ερμηνεύσει και να δικαιολογήσει τον Αγώνα των Ελλήνων. Τα δημοτικά τραγούδια έπαιρναν τώρα καινούργιο νόημα και οι αρχαίοι συγγραφείς έριχναν φως στην επιθυμία των Ελλήνων για εθνική ανεξαρτησία. Οι Έλληνες δεν ήταν πλέον ένας λαός δούλων απροσδιορίστου φυλετικής προελεύσεως, αλλά ένας λαός Χριστιανικός με κοινή γλώσσα και ένδοξο παρελθόν.
Ο «Ύμνος εις την Ελευθερία» δεν αποτελεί μια ενθουσιώδη, διδακτική σύνθεση αλλά μια πολιτική πράξη με την ευρύτερη σημασία, που ερμηνεύει, θεμελιώνει και αξιοποιεί την Επανάσταση. Η Ελευθερία αποτυπώνεται και στο εθνικό μας σύμβολο. Οι εννέα λωρίδες της ελληνικής σημαίας αντιστοιχούν στις συλλαβές της ιστορικής φράσης «Ελευθερία ή Θάνατος», όπως παράλληλα και στα γράμματα της λέξης «Ελευθερία». Το γαλάζιο του απέραντου ουρανού και το λευκό χρώμα των αφρισμένων κυμάτων της θάλασσας οδηγούν αιώνες τον ελληνισμό. Ο Σταυρός συμβολίζει την επικρατούσα θρησκεία της Ελλάδος, την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία. Επίσης, ήταν σύμβολο των Ελλήνων θαλασσοπόρων και συμβόλιζε τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Διαχρονικά, πανανθρώπινα τα μηνύματά της, εμπνέουν κάθε υποταγμένο.
Ο ποιητής κινούμενος απ’ τον επαναστατικό ενθουσιασμό της εποχής του τονίζει επίσης και την ταχύτητα με την οποία το απελευθερωτικό κίνημα σαρώνει τη για αιώνες εδραιωμένη κυριαρχία των Τούρκων. Η θεϊκή Ελευθερία δρα με τρόπο βίαιο και γοργό προκειμένου να επιστρέψει εκ νέου στην πολύπαθη χώρα. Η ανάδυση, μάλιστα, της Ελευθερίας βασίζεται στους ιερούς νεκρούς των Ελλήνων. Στους ανθρώπους εκείνους που θυσιάστηκαν για χάρη της πατρίδας τους, αλλά και στους προγόνους των Ελλήνων, οι οποίοι ύμνησαν και τίμησαν με το παράδειγμά τους την αξία της ελευθερίας. Με το παράδειγμα των προγόνων μας και με τη θυσία των συμπατριωτών μας να δίνουν κουράγιο και δύναμη στους μαχόμενους Έλληνες, η Ελευθερία επανέρχεται γεμάτη γενναιότητα, όπως και πρώτα, όπως και τότε που οι Έλληνες δεν μπορούσαν να ζουν παρά μόνο, αν ήταν ελεύθεροι.
Η επιφώνηση του τελευταίου στίχου «Χαίρε, ω χαίρε Ελευθεριά» συνδέει την έλευση της Ελευθερίας με τη χαρά και την αγαλλίαση που προκαλεί στους Έλληνες η αίσθηση πως σύντομα θα κατορθώσουν να ζήσουν και πάλι ελεύθεροι.
Χρίστος Π. Γαληρόπουλος
ΜSc Φιλόλογος – Ιστορικός Α.Π.Θ